Πιστεύουμε πως κάποια συστήματα πιστοποίησης έχουν επιφέρει σημαντικά πλεονεκτήματα σε μικροπαραγωγούς. Ωστόσο, είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσουμε τα πλεονεκτήματα για τους εργάτες αυτών των συστημάτων, τα οποία συστήματα πολλές φορές δεν υποστηρίζουν με επιτυχία τη δουλειά που καταβάλλεται από ανεξάρτητες συνδικαλιστικές οργανώσεις.
Η σωστή εφαρμογή εθνικών και διεθνών νομοθεσιών είναι πάντα πιο επιθυμητή από αυτά τα εκεθελοντικά πρότυπα. Σύμφωνα με τη Γενική Γραμματέα της Διεθνούς Ομοσπονδίας Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Sharon Burrow, «Τα ιδιωτικά πρότυπα δεν πρέπει να αντικαταστήσουν τη δημόσια πολιτική η οποία καθορίζεται από δημοκρατικές και αντιπροσωπευτικές πολιτικές διεργασίες».
Τι είναι η βιολογική πιστοποίηση;
Η βιολογική πιστοποίηση είναι σύστημα πιστοποίησης και σήμανσης τρίτων μερών, το οποίο καλύπτει όλους τους τομείς γεωργικής παραγωγής και συσκευασίας, μεταχείριση των ζώων, προστασία της άγριας ζωής, και απαγορεύει την άσκοπη και βλαβερή χρήση προσθετικών ουσιών στα βιολογικά επεξεργασμένα τρόφιμα. Οποιοδήποτε προϊόν πωλείται ως «βιολογικό» πρέπει να τηρεί τις προδιαγραφές των αυστηρών κανονισμών που καθορίζονται σε εθνικό, Ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Η διαδικασία πιστοποίησης και ελέγχου πραγματοποιείται από ανεξάρτητες εταιρείες πιστοποίησης.
Ποια είναι τα προτερήματα της βιολογικής πιστοποίησης;
Υπάρχει ακόμη περιθώριο για βελτίωση
Η ιστορία του Δικαίου Εμπορίου
Μέχρι πριν από 20 χρόνια το κίνημα του Δικαίου εμπορίου δεν χρησιμοποιούσε καμιά επαλήθευση από τρίτα μέρη. Ωστόσο, οι το Δίκαιο Εμπόριο σταμάτησε να υλοποιείται μονάχα από εξειδικευμένους οργανισμούς όταν πιο κοινές/συμβατικές εταιρείες ξεκίνησαν να εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους. Υπήρχε ανάγκη για ένα ανεξάρτητο τρόπο για την επαλήθευση των αιτημάτων των εμπόρων και των παραγωγών σχετικά με τις συνθήκες παραγωγής και για τη δημιουργία μιας σειράς από «αυστηρά» κριτήρια Δίκαιου Εμπορίου. Έτσι, το 1988, η Solidaridad, μια φιλανθρωπική οργάνωση ανάπτυξής στην Ολλανδία, παρουσίασε το σύστημα επισήμανσης και πιστοποίησης «Max Hevelaar», το οποίο αρχικά προοριζόταν για τον καφέ. Παρόμοιες πρωτοβουλίες ακολούθησαν σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες και στη Βόρειο Αμερική. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990, πρώην ανεξάρτητοι οργανισμοί πιστοποίησης και κατάρτισης προτύπων συνεργάστηκαν για να ιδρύσουν τη Fairtrade Labelling Organisations International (FLO) μέσω της οποίας δημιουργήθηκε το κοινό λογότυπο του Δικαίου Εμπορίου.
Τα γενικά πρότυπα του Fairtrade αλλά και τα πρότυπα για συγκεκριμένα προϊόντα καθορίζονται από τη FLO, ενώ το σύστημα πιστοποίησης του Δικαίου Εμπορίου διαχειρίζεται από τη FLO-CERT Ltd (μια εταιρεία που ανήκει στη FLO) σε συνεργασία με ελεγκτές και επιθεωρητές ανά το παγκόσμιο. Τα πρότυπα του Δικαίου Εμπορίου σχεδιάστηκαν για να αντιμετωπίσουν την ανισορροπία των δυνάμεων σ τις εμπορικές σχέσεις, τις ασταθείς αγορές και τις αδικίες στο κοινό εμπόριο. Επομένως, τα πρότυπα του Δικαίου Εμπορίου εφαρμόζονται σε παραγωγούς αλλά και στους εμπορικούς τους συνεργάτες (εμπόρους).
Το 2012, η FLO άλλαξε την επωνυμία της σε Fairtrade International.
Το σύστημα του Δικαίου Εμπορίου εξειδικεύεται στις συνεργασίες με οργανισμούς μικροπαραγωγών (κυρίως συνεργατικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις). Παρ ‘όλα αυτά, η Fairtrade International ήταν πρόσφατα στο στόχαστρο δημόσιας κριτικής στην Ευρώπη και στη Λατινική Αμερική λόγω του ότι δεν αντιμετώπισε το ζήτημα της ελευθερίας στις συνδικαλιστικές οργανώσεις σε κάποιες πιστοποιημένες φυτείες στη Λατινική Αμερική. Το 2014 αναθεωρήθηκε το Πρότυπο για Μισθωτούς Εργαζομένους της Fairtrade International, με σκοπό την ενδυνάμωση του δικαιώματος των εργαζομένων για ελεύθερη οργάνωση και συλλογική διαπραγμάτευση, ούτως ώστε να δοθεί στους εργάτες μεγαλύτερος έλεγχος στο πως αξιοποιούν το Fairtrade Premium. Επίσης, η Fairtrade International εισαγάγει μια νέα μεθοδολογία, μέσω της οποίας θα καθορίζονται πρότυπα για βιώσιμο εισόδημα με μια ξεκάθαρη διαδικασία.